Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ


Της Ιωάννας Παπανικολάου
μαθήτριας της Β Λυκείου


«Το γυναικείο φύλο δεν είναι μια κατηγορία, μια μειονότητα, όπως οι διάφορες άλλες. Το φύλο, ανδρικό και γυναικείο, είναι ένα καθολικό διαφοροποιητικό χαρακτηριστικό, το ανθρώπινο γένος δεν υπάρχει εκτός της διπλής αυτής μορφής, αρσενικής και θηλυκής. Η διαφορά των φύλων μας υποχρεώνει, λοιπόν, να την πολιτικοποιήσουμε, να θεμελιώσουμε πάνω σ’ αυτή μια νέα κατανομή της εξουσίας». Αυτά είναι τα λόγια της ΣΙΛΒΙΑΝ ΑΓΚΑΣΕΝΣΚΙ, φιλόσοφος και συγγραφέας, στην παρουσίαση του βιβλίου της «Πολιτική των φύλων» που έγινε στην Αθήνα.
Σύμφωνα με την parite, δηλαδή την ισάριθμη αντιπροσώπευση των γυναικών στα ψηφοδέλτια, που ισχύει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, θα έπρεπε να προωθούνται μέτρα υπέρ της ισότητας των δύο φίλων στα κέντρα λήψης αποφάσεων, στη βουλή και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Όμως τα γελοία ποσοστά γυναικών βουλευτών και μελών της κυβέρνησης παρέμειναν τα χαμηλότερα της Ευρώπης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι εκλογές του ’89 στις οποίες παρατηρήθηκε ο απόλυτος αποκλεισμός των γυναικών από τη λεγόμενη οικουμενική κυβέρνηση. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, βρισκόμαστε ακόμα στην εποχή των «ποσοστώσεων» -με νόμο της Κας Βάσως Παπανδρέου στις επόμενες νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές το 1/3 των υποψηφίων θα είναι γένους θηλυκού.
Απολύτως αδικαιολόγητοι είναι και οι πάνδημοι πανηγυρισμοί για την επίδοση των γυναικών υποψηφίων στις εκλογές της 7ης Μαΐου. Όχι μόνο γιατί τα ποσοστά των βουλευτών γένους θηλυκού παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά, αλλά και γιατί στις εκλογές επικυρώθηκαν με τον πλέον σαφή τρόπο οι βάσει των οποίων θα γίνεται στο εξής αποδεκτή –ή τουλάχιστον, θα κρίνετε επιθυμητή- η είσοδος των γυναικών στην πολιτική. Αυτοί οι όροι έγιναν σαφέστεροι χάρη στη συζήτηση που συνόδευσε τον τελευταίο καιρό την προβολή –και άνετη εκλογή- των «νέων & ωραίων» που στάλθηκαν στη βουλή για να την ομορφύνουν. Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι ξεμπερδεύουμε με το ζήτημα, αν το αντιμετωπίσουμε σαν μία ακόμη κατασκευή των μέσων ενημέρωσης που ήρθε να σιγοντάρει την επιθυμία των ψηφοφόρων για ανανέωση του πολιτικού σκηνικού. Γιατί στην κατασκευή αυτή συμμετείχαν τόσο οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων όσο και το εκλογικό σώμα που επικρότησε ενθουσιωδώς τη ρηξικέλευθη επιλογή.
Αν, λοιπόν, λάβουμε υπόψη τα παραπάνω και το πόσο δύσκολο είναι για μια γυναίκα να μπει ενεργά στην πολιτική, μπορούμε να φανταστούμε πόσο δυσκολότερο είναι η ίδια να ζει στην επαρχία και να θέλει να πολιτευθεί. Οι προκαταλήψεις και οι κλειστοί πνευματικοί ορίζοντες των κατοίκων της γίνονται τροχοπέδη για τέτοιες ενέργειες. Το στερεότυπο για το πόλο της γυναίκας ως νοικοκυρά την αναγκάζει να μένει στο σπίτι στη φροντίδα των παιδιών και του άντρα της, με αποτέλεσμα να πιστέψει και η ίδια στην αδυναμία της να συμμετάσχει στα κοινά. Απ’ την άλλη το γεγονός ότι με την έξοδό της στην αγορά εργασίας έχει καταφέρει να απελευθερωθεί από αυτό το ρόλο, δεν έχει ακόμη κερδίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων, τόσο των αντρών πόσο μάλλον και των γυναικών. Με τη σειρά της αυτή η αποστροφή τον γυναικών από την πολιτική αναιρεί εκ των πραγμάτων την έννοια των ποσοστώσεων και έτσι ο νόμος καθίσταται ανενεργός.